Λογότυπο ήδη-έτερον

Η εικόνα είναι μια καλλιτεχνική απεικόνιση και όχι μια ακριβής αναπαράσταση.

Περίπατος στο βυθό της θάλασσας 🌊🚶‍♂️

Το τμήμα που θα διαβάσετε προέρχεται από το βιβλίο του Ιουλίου Βερν . Ο καθηγητής αφηγείται την έξοδό του από τον , ένα φανταστικό υποβρύχιο, και τον περίπατο στον βυθό της θάλασσας με οδηγό τον πλοίαρχο Νέμο.

Από το περάσαμε σ' ένα άλλο μικρό διαμέρισμα, όπου υπήρχαν καμιά δωδεκαριά κι αρκετά όπλα. Όταν είδε τα σκάφανδρα, ο Νεντ Λαντ έδειξε δυσφορία.

– Τα δάση, όπου θα πάμε, είναι υποβρύχια, του εξήγησα.

– Τότε καλά, μουρμούρησε. Αλλά, μόνο αν μου το περάσουν με το , θα το φορέσω.

– Κανένας δεν σε υποχρεώνει, του είπε ο πλοίαρχος Νέμος.

– Κι ο Σύμβουλος τι θα κάνει; ρώτησε ο ;

– Εγώ πηγαίνω παντού όπου πηγαίνει ο κύριος, απάντησε ο πιστός υπηρέτης.

Η εικόνα είναι μια καλλιτεχνική απεικόνιση και όχι μια ακριβής αναπαράσταση.

Προετοιμασία για τον περίπατο 🚶‍♂️

Δύο άνδρες του πληρώματος ήρθαν να μας βοηθήσουν για να φορέσουμε τις βαριές, αδιάβροχες εκείνες στολές που ήσαν φτιαγμένες από ειδικό καουτσούκ, ικανό ν' αντέχει. Τα παπούτσια κατέληγαν σε βαριές σιδερένιες σόλες. Ο πλοίαρχος Νέμος, ένας σύντροφός του γιγαντόσωμος, ο Σύμβουλος κι εγώ, φορέσαμε αυτές τις στολές και, προτού μας βιδώσουν τις , μας παρέδωσαν τα ντουφέκια που θα παίρναμε μαζί μας. Ο πλοίαρχος Νέμος μου έδειξε το χειρισμό τους.

– Είναι περίφημο, του είπα. Αλλά πώς θα μπορέσουμε να κατέβουμε στο βυθό της θάλασσας;

– Αυτή τη στιγμή, κύριε καθηγητά, ο «Ναυτίλος» είναι αραγμένος σε βάθος δέκα μέτρων και δεν έχουμε τίποτε άλλο παρά να ξεκινήσουμε.

– Μα πώς θα βγούμε;

– Θα δείτε σε λίγο.

Μας πέρασαν τις περικεφαλαίες και μας τις βιδώσαν. Υπήρχαν σ' αυτές τρία ανοίγματα, φραγμένα με χοντρό γυαλί, άθραυστο, που επέτρεπαν να βλέπει κανείς προς όλες τις διευθύνσεις. Έπειτα μας έδεσαν στις πλάτες τις συσκευές με τον πεπιεσμένο αέρα κι αρχίσαμε ν' αναπνέουμε κανονικά. Δεν ένιωθα καμιά δυσφορία. Μου κρέμασαν ένα ηλεκτρικό, ειδικό φανάρι στη ζώνη, και μου έδωσαν ένα ντουφέκι. Ήμουν έτοιμος πια, αλλ' έτσι όπως ήμουν ντυμένος, μου ήταν αδύνατο να κάνω έστω κι ένα βήμα. Οι άντρες του πληρώματος μας έσπρωξαν σε μια διπλανή καμπίνα και κλείστηκε πίσω μας η στεγανή πόρτα. Βαθύ σκοτάδι απλωνόταν γύρω μας. Σε λίγο άκουσα ένα βόμβο κι ένιωσα τα πόδια μου και, σιγά σιγά, όλο μου το σώμα να παγώνει. Είχαν ανοίξει μιαν άλλη πόρτα και το νερό της θάλασσας είχε εισχωρήσει μέσα στην καμπίνα, που, σε λίγο, την πλημμύρισε. Ένα ημίφως απλώθηκε τώρα γύρω μας. Μπορούσα να βαδίζω και, χωρίς να το καταλάβω σχεδόν, βρέθηκα στο βυθό της θάλασσας.

Είναι αδύνατο να περιγράψω τι ένιωθα την ώρα εκείνη.

Η εικόνα είναι μια καλλιτεχνική απεικόνιση και όχι μια ακριβής αναπαράσταση.

Στον βυθό της θάλασσας 🐠

Ο πλοίαρχος Νέμος πήγαινε μπροστά κι ο σύντροφός του ακολουθούσε, λίγα βήματα πιο πίσω. Ο Σύμβουλος κι εγώ βαδίζαμε πλάι πλάι, σα να μπορούσαμε ν' ανταλλάξουμε τις εντυπώσεις μας. Όλα εκείνα τα βαριά πράγματα που φορούσαμε έχαναν από το βάρος τους τόσο, όσο ήταν το νερό που μετατόπιζαν, κι έτσι μπορούσαμε να κινούμαστε ελεύθερα.

Πάνω από το κεφάλι μου έβλεπα την επιφάνεια της θάλασσας που ήταν γαλήνια. Βαδίζαμε πατώντας σε λεπτή άμμο, ομαλή κι όχι , όπως στους γιαλούς. Κι αυτή η αμμουδιά αντανακλούσε με καταπληκτική ένταση τις ακτίνες του ήλιου. Θα με πιστέψουν άραγε, άμα πω ότι στο βάθος εκείνο, κάπου δώδεκα μέτρα δηλαδή, έβλεπα καθαρά, σα να ήμουν μέρα, στο ύπαιθρο;

Προχωρήσαμε έτσι κάπου ένα τέταρτο. Σιγά σιγά το σκάφος τού «Ναυτίλου» χανόταν πίσω μας.

Σε λίγο άρχισα να διακρίνω κάτι βράχους. Η ώρα ήταν τότε δέκα κι οι ακτίνες του ήλιου, καθώς έσπαζαν πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας, έδιναν φαντασμαγορικά χρώματα στην υποβρύχια άνθηση που αντίκριζα. Πολυάριθμα ζούσαν στο μαγικό εκείνο βυθό και πονούσε η καρδιά μου που τα πατούσα.

Μετά την αμμουδιά διασχίσαμε μια έκταση γεμάτη φύκια, πελαγίσια φυτά, που ακόμα τα κύματα δεν τα 'χανε ξεριζώσει. Ήταν σαν ένα λιβάδι από πυκνή χλόη. Συγχρόνως, πάνω από τα κεφάλια μας, επέπλεαν άλλα φύκια.

Κόντευε πια μεσημέρι. Ήδη το έδαφος άρχισε να γίνεται , κι όταν φτάσαμε σε βάθος εκατό μέτρων, γύρω μας απλώθηκε ένα κοκκινωπό . Ωστόσο, βλέπαμε αρκετά και δεν ήταν ανάγκη να βάλουμε σ' ενέργεια τις ηλεκτρικές μας .

Ο πλοίαρχος Νέμος στάθηκε τότε και μου έδειξε με το δάχτυλο κάτι σκοτεινούς όγκους που μόλις διακρίνονταν, σε μικρή απόσταση.

  • Αυτό θα είναι το δάσος του νησιού Κρέσπο, σκέφτηκα.

Και δε γελιόμουν.

Ο Ευκλείδης λειτουργεί μέσω τεχνητής νοημοσύνης